Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2008

Πως το τοπικο γινεται παγκοσμιο

Ο πολιτισμός της καθημερινής ζωής λαμβάνει νέες διαστάσεις με την ανάπτυξη της μαζικής κουλτούρας αμέσως μετά τον β’ παγκόσμιο πόλεμο. Οι θεωρητικοί της σχολής της Φρανκφούρτης (Αντόρνο, Μαρκούζε, Χορκχάιμερ) θέτουν πρώτοι το ζήτημα αυτής της προοριζόμενης για το πλατύ κοινό κουλτούρας, που κατασκευάζεται με βιομηχανικό τρόπο. (πηγη www.opek.gr). Η κριτική τους είναι ριζοσπαστική και αποκαλυπτική του τρόπου με τον οποίο η μαζική κουλτούρα μεταβιβάζει ιδέες και πεποιθήσεις στα άτομα, χειραγωγεί και ελέγχει τον ελεύθερο χρόνο τους και υποσκάπτει την ιδιωτική σφαίρα. Υπηρετώντας την κατεστημένη τάξη πραγμάτων, υποστηρίζουν, η μαζική κουλτούρα ταυτίζεται μαζί της, αναπαράγοντας και ενισχύοντας τις κυρίαρχες ερμηνείες της πραγματικότητας, που κολακεύουν τον ευνουχισμένο καταναλωτή. Χαρακτηριστικά της η τυποποίηση, ο εντυπωσιασμός, η αναπαραγωγή, η μόδα, ο ρομαντισμός. Στο όνομα της παραπάνω κριτικής προβάλλεται η ουσία της αυθεντικής τέχνης, η ανώτερη κουλτούρα, οι αισθητικές αξίες, το στυλ. Ωστόσο, μέσα στις τελευταίες δεκαετίες βιώσαμε τη γενίκευση της μαζικής κουλτούρας στον πολιτισμό της καθημερινής ζωής και, μολονότι πολλά από τα στοιχεία της κριτικής που ανέπτυξαν οι θεωρητικοί της σχολής της Φρανκφούρτης ισχύουν, υπάρχουν και άλλες πλευρές που οδηγούν σε πιο λειτουργικές τοποθετήσεις απέναντι στη μαζική κουλτούρα, με λιγότερη προκατάληψη και υποτίμηση. Η πλευρά αυτή διακρίνει το γεγονός ότι η μαζική κουλτούρα έδωσε τη δυνατότητα, για πρώτη φορά στην ιστορία του πολιτισμού, σε εκατομμύρια ανθρώπους στον πλανήτη μας να επικοινωνήσουν με άμεσο, φτηνό και ποιοτικό τρόπο με τα αριστουργήματα της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Μυθιστορήματα, δισκογραφία, κινηματογραφικές ταινίες έγιναν προσιτά στον καθένα που θέλει να τα απολαύσει. Τα μουσεία και οι χώροι τέχνης άνοιξαν επίσης τις πόρτες τους στο ευρύτερο κοινό, επιτρέποντας σε όλους την πρόσβαση. Οι νέες τεχνολογίες και η αναπαραγωγή εικόνων, κειμένων, μουσικής, οπτικοακουστικών οδήγησαν σε μια χωρίς προηγούμενο διεύρυνση του ενδιαφέροντος και της κατανάλωσης έργων που ως πρόσφατα θεωρούνταν αποκλειστικό προνόμιο των λίγων. Ο πολιτιστικός τουρισμός έδωσε τη δυνατότητα σε ανθρώπους με μεσαίο ή χαμηλό εισόδημα να επισκεφθούν τόπους και μνημεία μεγάλης συμβολικής σημασίας. Τα ΜΜΕ έφεραν την πληροφόρηση, τις ειδήσεις, τα ρεπορτάζ, τις διαφορετικές όψεις του πολιτισμού, τις υποκουλτούρες μέσα στο σπίτι κάθε πολίτη. Τα μεγάλα πολιτιστικά γεγονότα, συναυλίες ή φεστιβάλ, οδήγησαν σε νέες μορφές συλλογικής συμμετοχής και μεταδόθηκαν την ίδια στιγμή σε όλες τις περιοχές του κόσμου. Η λαϊκή κουλτούρα βρήκε τρόπους να εκφραστεί, να επηρεάσει, να επιβληθεί. Το Ιντερνετ έφερε επανάσταση στην πληροφόρηση, την επικοινωνία, την άμεση πρόσβαση σε αρχεία και πηγές, την διάδραση, την διαμόρφωση νέων κοινοτήτων, άλλαξε τη σχέση δημόσιου και ιδωτικού, επώνυμου και ανώνυμου, έφερε στο φως διαδικασίες αδιανόητες ως πρόσφατα. Οι χρόνοι, οι τρόποι, οι πρακτικές, οι συλλογικότητες, η γεωγραφία της κουλτούρας άλλαξαν μαζικά, ριζικά, ανοίχτηκαν σε νέα διακυβεύματα και δεν υπάρχει λόγος να θρηνούμε γι’ αυτό, σημασία έχει να αντιληφθούμε και να ερμηνεύσουμε τη νέα πραγματικότητα μέσα από τις αντιφάσεις αλλά και τις προοπτικές που ανοίγει. Είναι φυσικό, παρατηρεί εύστοχα ο Τζέιμσον, μέσα σε μια τέτοια ανακατάταξη να υπάρχει αιμορραγία νοήματος, όπως και πολιτιστικός αναλφαβητισμός ή χειραγώγηση και έλεγχος μέσω των ΜΜΕ. Ωστόσο, αυτά τα φαινόμενα δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν ούτε με τον παραδοσιακό πεσιμισμό, που θρηνεί για τις χαμένες αξίες του παρελθόντος, ούτε με την υποτίμηση των μαζών, που είναι εύκολα χειραγωγήσιμες και δεν αντιδρούν, ούτε με την κλασική αρτηριοσκληρωτική διάκριση υψηλής ποιοτικής και χαμηλής μαζικής κουλτούρας, ούτε με το πρωτοφανές τέτοιων φαινομένων, που λησμονεί την επανάσταση του έντυπου πολιτισμού και τις αντίστοιχες θρηνωδίες της εποχής ( φτάνει να θυμηθούμε όσους λχ διέθεταν χειρόγραφα αντίγραφα και δεν καταδέχονταν να μολύνουν τη βιβλιοθήκη τους με ευτελή τυπωμένα). Τα νέα ρεύματα, οι μόδες και οι τρόποι ζωής, τα φαινόμενα επέκτασης του επιφανειακού και του εφήμερου, η κατάδειξη των κοινωνικών και πολιτιστικών αντιφάσεων, η ανάλυση της δυναμικής των στάσεων, τα προβλήματα ταυτοτήτων, οι νοοτροπίες, ό,τι εντέλει αφορά την κοινωνική πρόσληψη και τις εσωτερικές διεργασίες που συντελούνται στο πολιτιστικό επίπεδο δεν περιμένουν παρά την ερμηνεία και τις προτάσεις μιας διεισδυτικής οπτικής, που δεν θα αναζητά το κύρος της στην εύκολη ταξινόμηση και την καταγγελία αλλά θα σκάβει βαθιά, με επιστημονικά εργαλεία να βρει τις αλήθειες, τις αντιφάσεις, τις συγκρούσεις και τις ερμηνείες. Το ίδιο καθήκον έχει και η πολιτική ανάλυση, η οποία οφείλει να ρυθμίσει την αναδιανομή των συμβολικών πόρων, τις νέες μυθολογίες, τις εγγυήσεις του δημόσιου χώρου και της πολυφωνίας, τους όρους διαμόρφωσης του φαντασιακού, τις πολιτιστικές ανισότητες και τους αποκλεισμούς, τις διακρίσεις, την ισότητα των ευκαιριών. Τα πολιτικά διλήμματα και οι πολιτικές προκλήσεις στο πεδίο της κουλτούρας είναι πολλά και, συχνά, δραματικά. Οι απαντήσεις σ’ αυτά όχι μόνο διαπερνούν την καθημερινή ζωή αλλά διαμορφώνουν και την προσέγγιση στο μέλλον, ενδεχομένως μέσω ενός αντιδραστικού ή, αντίθετα, αντιστασιακού μεταμοντερνισμού, που φιλοδοξεί να ιχνηλατήσει νέους τόπους αντίστασης.Σ'υμφωνα με την σχολή του Μπερμιγχαμ και συγκεκριμμένα τον Στιουαρτ Χολ( πηγη La Republicca Ελευθεροτυπία 11-9-2005)το «πολυπολιτισμικό ζήτημα» παρουσιάζεται περίπου ως εξής: τι δυνατότητες έχουμε να δημιουργήσουμε στις πόλεις μας μορφές ζωής που θα είναι κοινές, πλούσιες, δίκαιες, που θα εγγυώνται σε όλους πλήρη δημοκρατικά πολιτικά δικαιώματα και συμμετοχή στη βάση της ισότητας, με σεβασμό στις διαφορές που είναι φυσικό να υπάρχουν όταν πρόσωπα με διαφορετικές θρησκείες, κουλτούρες, ιστορίες, γλώσσες και παραδόσεις είναι υποχρεωμένοι να συμβιώνουν σε ένα κοινό χώρο;1 Ακόμα μέχρι το 2000, παρά τις πολλές και πρόδηλες εντάσεις της ζωής στις πόλεις, ήταν λογικό να πιστεύουμε ότι η σύγχρονη μητρόπολη -το Λονδίνο, η δική μας πόλη- ήταν ικανή να προσφέρει το λειτουργικό μοντέλο μιας κοινής εθνικής κουλτούρας βασισμένης σε ένα συγκεκριμένο κοσμοπολιτισμό. Τώρα αυτή η προοπτική, έπειτα από λίγα χρόνια και έπειτα από έναν «πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας», αντιμετωπίζεται με πολύ λιγότερη αισιοδοξία.Η υπόσχεση που προσέφερε η πόλη εμφανίζεται πολύ περισσότερο αβέβαιη και είναι σκόπιμο να προσδιορίσουμε τώρα, πριν είναι πολύ αργά, τις δυνάμεις που κινούνται σε μια διαδικασία η οποία διαιρεί τον κοινό χώρο σε περίκλειστους θυλάκους που βρίσκονται σε πόλεμο μεταξύ τους.Οι πόλεις είναι ένα προϊόν των καιρών τους. Η κοινωνική και εδαφική διαμόρφωση των μητροπόλεων αναδομήθηκε πρόσφατα σημαντικά από τρεις δυνάμεις: τη μεταβιομηχανική φάση, την παγκοσμιοποίηση, τις μεταναστεύσεις. Το ερώτημα είναι πώς θα αναμορφωθεί ο χάρτης της σύγχρονης πόλης υπό την επίδραση της παγκοσμιοποίησης και των μεταναστεύσεων.2 Η παλιά ιεραρχική διάταξη του χώρου της πόλης φαίνεται ότι έχει χαθεί για πάντα. Οι πιο σημαντικές δυνάμεις που καθοδηγούν αυτές τις αλλαγές είναι το αποτέλεσμα των νέων μορφών παγκοσμιοποίησης.Το τωρινό σύστημα διακυβέρνησης του κόσμου είναι ριζωμένο οικονομικά στο ελεύθερο παιχνίδι των δυνάμεων μιας αγοράς χωρίς κανόνες, στην πλανητική διάδοση του καπιταλισμού, στην ιδιωτικοποίηση των δημόσιων αγαθών, στη μονοπώληση πόρων που γίνονται όλο και πιο σπάνιοι, στη διάλυση του κράτους πρόνοιας και της υγιειονομικής περίθαλψης.Οι αυξανόμενες ανισότητες ανάμεσα σε κατέχοντες και μη κατέχοντες, που είναι σαφείς και πρόδηλες σε παγκόσμιο επίπεδο, αναπαράγονται τώρα στο εσωτερικό των πιο πλούσιων κοινωνιών του αναπτυγμένου κόσμου.Η εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της ελεύθερης αγοράς ως μόνης καθοδήγησης της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης προκάλεσε ανυπέρβλητα προβλήματα: οικολογικές και περιβαλλοντικές καταστροφές, διάρρηξη της εύθραυστης ισορροπίας των αυτόχθονων πολιτισμών, καταστροφή της γεωργίας που στήριζε τη διατροφή των πληθυσμών. Το αποτέλεσμα ήταν μια άναρχη γιγάντωση των πόλεων.3 Στο παρελθόν τα προβλήματα της θρησκευτικής, κοινωνικής, πολιτισμικής διαφοράς κρατούνταν σε απόσταση ασφαλείας από τις μητρικές μητροπόλεις των αποικιοκρατικών συστημάτων. Σήμερα οι νέοι τύποι διαφοράς διεισδύουν άμεσα στην καρδιά των δυτικών μητροπόλεων, αναστατώνουν, προκαλούν, διασαλεύουν τον κοινωνικό και πολιτικό χώρο των αστικών κέντρων, καταλύουν τον σχετικά ομοιογενή πολιτισμικό τους χαρακτήρα. Οι αγγλικές πόλεις, που δεν είναι πλέον «εργαστήρια του κόσμου», έχουν γίνει κέντρα υπηρεσιών, άξονες χρηματιστηριακών και κερδοσκοπικών επενδύσεων, πυρήνες της παγκόσμιας οικονομίας και της λιανικής κατανάλωσης. Πλούσια ηγετικά στελέχη -εκείνοι οι ήρωες των εταιρειών με ένα καλό γάμο στο βιογραφικό τους, κομψοί, που διαθέτουν λιμουζίνες, τα ικανοποιημένα πρόσωπα των οποίων κοσμούν τις οικονομικές σελίδες των εφημερίδων και των περιοδικών -αποτελούν τη νέα παγκόσμια επιχειρηματική τάξη ή τα υπολείμματα της παλαιάς που αναστηλώνεται. Αισθάνονται σαν στο σπίτι τους» στη Νέα Υόρκη, το Λος Αντζελες, το Χονγκ Κονγκ, την Κουάλα Λουμπούρ ή το Τόκιο, όπως και στο Λονδίνο ή στα εξοχικά τους στο Χαμπσάιρ. Στο άλλο άκρο της κλίμακας βρίσκονται οι φτωχές περιοχές που περιβάλλουν αυτό το παλλόμενο «παγκόσμιο» κέντρο.4 Ενώ τα αστικά κέντρα κυριαρχούνται όλο και περισσότερο από τους χώρους διασκέδασης και από τη νυχτερινή ζωή, οι παλαιοί τους κάτοικοι ωθούνται προς τον «εξωτερικό δακτύλιο». Εδώ είναι οι περιοχές μεικτής κατοικίας, όπου η νέα πολυπολιτισμικότητα διασπείρεται ώς το σημείο να κατακερματίζεται σε μια μυριάδα καθημερινών συναντήσεων• ζώνες που χαρακτηρίζονται από σοβαρή καθυστέρηση, με φτωχά σχολεία, με περιοχές που δεν είναι προσβάσιμες, με υψηλά επίπεδα εγκληματικότητας και χρήσης ναρκωτικών.Στο Λονδίνο είναι οι τόποι που έχουν κατοικηθεί από μετανάστες οι οποίοι ανήκουν στο πρώτο κύμα (Αφροαμερικανοί), στο δεύτερο (Ινδοί, Πακιστανοί ή από το Μπαγκλαντές), στο τρίτο (Αφρικανοί των δυτικών περιοχών, Τούρκοι, Ελληνοκύπριοι), στο τέταρτο (Βορειοαφρικανοί), στο πέμπτο (Βόσνιοι, Αλβανοί, Κοσοβάροι), στο έκτο (Αφγανοί, Ιρακινοί, Αραβες από τη Μέση Ανατολή) ή στο έβδομο (Ανατολικοευρωπαίοι) .Για κάμποσο καιρό στο Λονδίνο ένα είδος «πρακτικής» πολυπολιτισμικότητας φαινόταν να προσφέρει μιαν εναλλακτική δυνατότητα.Δεν ήταν κοσμοπολιτική με μιαν απλουστευτική έννοια, επειδή άπλωνε τις ρίζες της στη σημασία και στη διατήρηση διαφορών που αρνούνταν να ομογενοποιηθούν μέσα σε ένα πλανητικό και δυτικότροπο πολιτισμικό καταναλωτισμό. Αλλά για κάποιο διάστημα φαινόταν ότι αυτές οι αυθεντικές διαφορές θα ήταν σε θέση να διασώσουν τις ιστορικές διαδρομές, τις μνήμες, τις παραδόσεις που είχαν στηρίξει τους ανθρώπους και τους τρόπους ζωής τους μέσα στις τρομερές περιπέτειες των μεταναστεύσεων.Αυτές οι διαφορές δεν ήταν δεσμευτικές με τρόπο άκαμπτο, ουσιοκρατικό, δογματικό ή φονταμενταλιστικό και μπορούσαν σε ορισμένες περιστάσεις να αναπτύξουν ανταλλαγές και να μεταφραστούν σε ευρύτερα και πιο περιεκτικά μοντέλα. Αλλά η παγκοσμιοποίηση στην κυρίαρχη μορφή της έγινε ένα ενιαίο και επεκτατικό σύστημα.Η πολυπολιτισμική πόλη αναδιαμορφώνεται σήμερα κοινωνικά και εδαφικά από αυτές τις διαδικασίες και δυνάμεις. Ταυτόχρονα, γίνεται ένας από τους κριτικούς τόπους όπου δρουν αυτές οι αντιφατικές τάσεις και αυτές οι συγκρούσεις. Η πόλη δεν μπορεί να επιλύσει τις ευρύτερες αντιθέσεις της παγκοσμιοποίησης που η ίδια αντανακλά και ενσαρκώνει. Θα γίνουμε ικανοί εμείς να τις επιλύσουμε; Η Αναμπελ Σρεμπερνυ - Μοχαμμαντι κανει λογο για τις επιδρασεις που ασκεί το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης στην καλλιτεχνική δημιουργία, αλλά και στην παραγωγή, διάδοση και πρόσληψη καλλιτεχνικών αγαθών. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη συγκρότηση και στις λειτουργίες των παγκόσμιων βιομηχανικών συμπλεγμάτων πολυμέσων, καθώς και στη διαμόρφωση των πολιτιστικών ασυμμετριών σε παγκόσμιο επίπεδο. Αναλύονται οι νέες μορφές τέχνης και καλλιτεχνικής επικοινωνίας γενικότερα, οι οποίες προκύπτουν με τη σύγκλιση που επιφέρει το διαδίκτυο. Διερευνάται κατά πόσο η παγκοσμιοποίηση επιδρά στη διαμόρφωση της πολιτιστικής πολιτικής, στη διαμόρφωση της αισθητικής προτίμησης και της καλλιτεχνικής ιδεολογίας, καθώς και κατά πόσο μπορεί να συμβάλει στον εκδημοκρατισμό της καλλιτεχνικής επικοινωνίας.Ενα παραδειγμα για να καταλαβουμε το φαινομενο της παγκοσμιοποίησης είναι να δουμε την ταινία του Floran Opitz ''Το Μεγάλο Ξεπούλημα''.ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΞΕΠΟΥΛΗΜΑ είναι μια πολιτική ταινία. Ο σκηνοθέτης Florian Opitz ταξιδεύει στη Νότια Αμερική, την Ασία, την Αφρική, την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, παρακολουθεί και καταγράφει ιστορίες ανθρώπων που η ζωή τους άλλαξε δραματικά με την επιβολή ιδιωτικοποιήσεων. Μέσα από τις δικές τους ιστορίες, το αφηρημένο φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης γίνεται συγκεκριμένο. Γίνεται σαφής η εικόνα της κατάστασης μετά την ιδιωτικοποίηση βασικών αγαθών, όπως η παροχή νερού, η ηλεκτρική ενέργεια, οι δημόσιες μεταφορές, και η δημόσια υγειονομική περίθαλψη.Τα λόγια του σκηνοθέτη είναι '' Στις μέρες μας γίνεται μεγάλη συζήτηση γύρω από την παγκοσμιοποίηση και τις ιδιωτικοποιήσεις. Έχουμε όμως καταλάβει πραγματικά ποιες αλλαγές θα συμβούν στη ζωή μας, τις κοινωνίες που ζούμε και μεγαλώνουν τα παιδιά μας; Οι περισσότεροι που προσπάθησαν να εξηγήσουν αυτές τις αλλαγές, το έκαναν με αφηρημένο τρόπο: από τη προοπτική της ισχυρής Δύσης ή από την προοπτική των εμπειρογνωμόνων και των αναλυτών της παγκοσμιοποίησης. Οι άνθρωποι αντιστοιχούν σε αριθμούς, στατιστικές ή στην καλύτερη περίπτωση σε θύματα. Δεν υπολογίζονται ως ενεργά άτομα, που είναι σε θέση να πάρουν το πεπρωμένο στα χέρια τους και ν' αλλάξουν την κατάσταση.
Στόχος μου με το ΜΕΓΑΛΟ ΞΕΠΟΥΛΗΜΑ είναι να παρουσιάσω τι υπάρχει πίσω από το αφηρημένο φαινόμενο της ιδιωτικοποίησης των βασικών δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών, τι σημαίνει και τι συνεπάγεται αυτό για τον κόσμο. Οι πρωταγωνιστές στο ΜΕΓΑΛΟ ΞΕΠΟΥΛΗΜΑ, συνειδητοποιούν τι συμβαίνει όταν η ύδρευση, η ενέργεια, οι δημόσιες συγκοινωνίες ή η περίθαλψη ιδιωτικοποιούνται. Και δεν είναι διατεθειμένοι να αφεθούν στη μοίρα τους, αλλά αντιστέκονται στους μηχανισμούς της κεφαλαιοκρατίας. Το ευρύ κοινό δεν έχει πραγματική συναίσθηση αυτής της παγκόσμιας υποχώρησης στις ιδιωτικοποιήσεις. Σχεδόν όλα τα κοινωνικά στρώματα πρόκειται να υποβληθούν άμεσα στους κανόνες της ελεύθερης αγοράς. Σε τίποτα δεν υπάρχει σεβασμός. Στο μέλλον πρόσβαση στα βασικά αγαθά και υπηρεσίες θα έχουν μόνο εκείνοι που μπορούν να το αντέξουν οικονομικά ''.
( πηγη http://www.mindradio.gr/ ''The Big Sellout'')

1 σχόλιο:

Έλενα Σιδέρη είπε...

Το σχόλιο σου ως γενική τοποθέτηση ή μια γενική εισαγωγή στο θέμα της παγκοσμιοποίησης είναι καλό. Όμως δεν απαντάς στον τίτλο σου δηλ. πως το τοπικό γίνεται παγκόσμιο και όχι το αντίστροφο. Επίσης δεν αναφέρεσαι ουσιαστικά στο πως επιδρούν σε αυτή την εξέλιξη τα ΜΜΕ, ενώ αναφέρεσαι σε χίλια δυο α΄άλλα θέματα όπως η πολυπολιτισμικότητα-χαίρομαι που διάβασες το άρθρο του Χολ-στις πόλεις και μητροπόλεις αλλά όχι στα ΜΜΕ που αυτό ήταν το πλαίσιο της συζήτησης της εβδομάδας που μας πέρασε. Θέλω να το ξαναγράψεις, παίρνοντας αυτή την φορά ένα συγκεκριμένο παράδειγμα των ΜΜΕ υπόψη που το θεωρείς ότι αποτυπώνει το πως το τοπικό γίνεται παγκόσμιο πχ όπως συζητήσαμε στην τάξη η Μαρία η άσχημη (διάλεξε φυσικά κάτι άλλο)